Αν εθελούσια δε γονατίσεις,
ούτε νεκρό δεν μπορούν να σε γονατίσουν»
Η ανακοίνωση των όρων του προγράμματος
εθελούσιας εξόδου αποτέλεσε αναμφίβολα μια ψυχρολουσία για όσους
συναδέλφους προσδοκούσαν ένα μεγάλο «πακέτο». Το γεγονός ότι αντίστοιχα
προγράμματα του μακρινού πλέον παρελθόντος αφορούσαν κατά βάση
εργαζόμενους με θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, είχε δημιουργήσει
μια παραπλανητική αίσθηση ότι η εθελούσια είναι κάτι ευνοϊκό για το
οποίο θα πρέπει να αδημονούμε.
Η αλήθεια είναι ότι, σ’ αυτές τις περιπτώσεις, η εθελούσια ήταν απλώς σχετικά ανώδυνη.
Δεν ήταν ποτέ χρυσή ευκαιρία. Η σημερινή συγκυρία όμως είναι εντελώς
διαφορετική και δεν αφήνει πολλά περιθώρια για αυταπάτες. Είναι ξεκάθαρο
πως πλέον δε μιλάμε για μια «γέφυρα προς τη σύνταξη» αλλά για μια «γέφυρα προς την ανεργία».
Σε ό,τι μας αφορά, δεν μπορούμε να πούμε
ότι εκπλαγήκαμε κιόλας. H Διοίκηση της Τράπεζας προχωρά στο πρόγραμμα
εθελούσιας προκειμένου να περικόψει το «μισθολογικό κόστος» για πολύ
συγκεκριμένους και απολύτως δικούς της λόγους. Το «μισθολογικό κόστος»
στη διάλεκτο της εργοδοσίας είμαστε εμείς (όταν είναι να πληρωθούμε, γιατί όταν δουλεύουμε απλήρωτες υπερωρίες ή και Σαββατοκύριακα είμαστε «κοινωνικοί εταίροι»…), άρα εξ ορισμού η εθελούσια δεν μπορεί να είναι προς όφελός μας.
Στο πλαίσιο αυτό και παρά το γεγονός ότι η
τελική απόφαση για συμμετοχή ή όχι στο πρόγραμμα εθελούσιας είναι
καθαρά προσωπική, υπάρχουν κάποια βασικά δεδομένα που δε γίνεται να
αγνοηθούν.
Για το σύνολο των εργαζομένων:
- Οι εθελούσιες και η παύση καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών πλήττουν τα ήδη ρημαγμένα ασφαλιστικά μας ταμεία.
- Η αποχώρηση ενός σημαντικού αριθμού εργαζομένων θα καταστήσει κατά πολύ δυσμενέστερη την εργασιακή καθημερινότητα αυτών που θα παραμείνουν.
- Η –όποια, μερική πάντα- αναπλήρωση των κενών που θα προκύψουν θα γίνει με επέκταση των δουλεμπορικών («ελαστικών» όπως λένε πιο κομψά οι τεχνοκράτες) μορφών απασχόλησης.
Για εκείνους που σκέφτονται να αποχωρήσουν:
- Δεδομένου ότι η πρόσφατη αντιασφαλιστική ανατροπή των Κατρούγκαλου-Πετρόπουλου δεν πρόκειται να είναι η τελευταία (όπως δεν ήταν και καμία από όλες τις προηγούμενες που κάθε φορά «έλυναν το ασφαλιστικό μια για πάντα»), εάν κάποιος αποφασίσει να αποχωρήσει χωρίς να έχει κατοχυρώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα, η θέση του είναι ιδιαίτερα επισφαλής απέναντι σε ενδεχόμενες νέες ρυθμίσεις που θα τον εντάξουν σε διαφορετικά ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης.
- Κανένας συνάδελφος δεν πρέπει να κοινοποιεί το ενδιαφέρον του για αποχώρηση αν δεν είναι αποφασισμένος να φύγει, διότι αυτομάτως καταγράφεται στους υπό αποχώρηση και ενδεχομένως να του ασκηθούν πιέσεις σε δεύτερο στάδιο.
«ΕΓΩ ΚΙ Η ΕΘΕΛΟΥΣΙΑ» Ή «ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΑΣ»;
Η στάση της ηγεσίας του ΣΥΤΑ απέναντι στα
γεγονότα ήταν η απολύτως αναμενόμενη. Μας είχε προϊδεάσει άλλωστε με
την ανακοίνωση Νο 100/03-10-2016:
Εθελούσια έξοδος και Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας
[…] αποτελούν κατά σειρά δύο άλλα πεδία που η Τράπεζα και οι κοινωνικοί
εταίροι πρέπει να κινηθούν […] ώστε και η επιχείρηση να στηριχθεί, και
οι μέτοχοι και οι πελάτες να ωφεληθούνε, αλλά και οι εργαζόμενοι να μην
νοιώσουν εκδιωχθέντες ή ξένοι στην οικογένειά τους.
Πέρα από το ότι στο παραπάνω απόσπασμα οι
εργαζόμενοι μπαίνουν, για μια ακόμα φορά, σε τελευταία μοίρα από το
ίδιο το σωματείο που υποτίθεται ότι τους εκπροσωπεί, αυτό που ενοχλεί
περισσότερο είναι η ουσία αυτής της δήλωσης: Αποπνέει ηττοπάθεια και μοιρολατρία, με τους εργαζόμενους σε ρόλο ικέτη να εκλιπαρούν για μια ήπια μεταχείριση. Κάτι ανάλογο με το να ζητάς από ένα βιαστή να δείξει λίγη τρυφερότητα.
Το γλυκό ήρθε κι έδεσε με την ανακοίνωση Νο 102/17-10-2016 σύμφωνα με την οποία:
Χαιρετίζουμε την εξαγγελία, καθότι
αποτελεί αφενός δικαίωμα επιστροφής μέρους της υπεραξίας που κάθε
εργαζόμενος παρήγαγε αφετέρου υποχρέωση προσφοράς της εργοδοσίας
επιπρόσθετων των συμβατικών ανταμοιβών προς αυτόν για το συν τω χρόνω
επιτελεσθέν έργο του
Σύμφωνα με ένα χαοτικό σκεπτικό που
αδυνατούμε να παρακολουθήσουμε, η αποζημίωση της εθελούσιας συνιστά
ανάκτηση της κλεμμένης υπεραξίας από την πλευρά των εργαζόμενων… Μήπως
μας οδηγεί κι ένα βήμα πιο κοντά στο σοσιαλισμό; Γνωρίζουμε ότι οι
αρχισυνδικαλιστές μας δεν είναι δα και τίποτα επιστήμονες, όπως μανιωδώς
επιμένουν να αυτοπροβάλλονται, αυτές οι ασυναρτησίες όμως δεν είναι
προϊόν γνωστικής ανεπάρκειας. Είναι η αμήχανη προσπάθεια
εξωραϊσμού μιας επιθετικής πρακτικής της εργοδοσίας για την οποία ήταν
εξαρχής δεδομένο ότι δεν επρόκειτο να φέρουν το παραμικρό πρόσκομμα.
Η διοίκηση του ΣΥΤΑ δε διαπραγματεύεται
απολύτως τίποτα με την εργοδοσία. Στόχος της είναι απλά να μας
σερβιριστούν τα δυσάρεστα με τέτοιο τρόπο ώστε να προκληθούν οι
λιγότεροι δυνατοί κραδασμοί. Ενόψει δε της νέας Επιχειρησιακής Σύμβασης
είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα ανασυρθεί η φιλολογία περί «εξορθολογισμού
(sic) του μισθολογικού κόστους», «λελογισμένων μειώσεων», «εξομάλυνσης
ανισοτήτων» (προς τα κάτω φυσικά) κ.ο.κ.
Το προεδρείο του ΣΥΤΑ, αντί να μένει στη
φοβερά εμπνευσμένη… προτροπή προς τους εργαζόμενους σε ατομική βάση «να
αξιολογήσουν ενδελεχώς και να αποφασίσουν σύμφωνα με το ατομικό τους
συμφέρον», οφείλει να μιλήσει ξεκάθαρα για την εθελούσια και να πει ευθέως αυτά που υπονοεί στην τελευταία του ανακοίνωση.
Στην οποία εμφανίζει ένα σκεπτικισμό απέναντι στο πρόγραμμα της
εθελούσιας. Το πρόβλημα που έχει όμως είναι ότι, αν το πει αυτό ανοιχτά,
θα πρέπει να προτείνει και μια αντίδραση των εργαζομένων σε συλλογικό
επίπεδο σ’ αυτήν. Θέλοντας να αποφύγει κάθε σύγκρουση, αρνείται να μπει
στη συζήτηση και μένει σε προσωπικές προτροπές, νίπτοντας τα χείρας του, πετώντας την ευθύνη στους εργαζόμενους για ό,τι μέλλει γενέσθαι.
Ο ρόλος ενός συλλόγου εργαζομένων σε κρίσιμες φάσεις σαν αυτή, είναι να βγει μπροστά και να απαιτήσει.
Να συσπειρώσει τους εργαζόμενους καλώντας τους, μέσα από τις Γενικές
Συνελεύσεις τους, να συναποφασίσουν για την αντίδρασή τους. Και η
διοίκηση του ΣΥΤΑ μόνο αυτό δεν κάνει.
Είναι σαφές ότι η εποχή των «έντιμων
συμβιβασμών» και των αναίμακτων «αμοιβαία επωφελών» λύσεων έχει παρέλθει
ανεπιστρεπτί και οι προσδοκίες για επαναφορά του συστήματος σε μια
προηγούμενη χρονική περίοδο είναι καταδικασμένες να διαψευσθούν. Το
«κοινωνικό συμβόλαιο» πάνω στο οποίο βασιζόταν, έχει ήδη προ πολλού
ακυρωθεί και οι θεατρινισμοί της ημιθανούς συνδικαλιστικής
γραφειοκρατίας που προσπαθεί να διεκδικήσει ένα ρόλο σε μια συνθήκη όπου
δεν προβλέπεται κάτι γι’ αυτή, δεν πρόκειται να το αναβιώσουν. Όσο πιο
γρήγορα το πάρουμε απόφαση τόσο πιο γρήγορα θα αναδιοργανώσουμε τις
δυνάμεις μας για τις δύσκολες μάχες που έχουμε μπροστά μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου