Δευτέρα 18 Απριλίου 2016

Ανακοίνωση της Πρωτοβουλίας Εργαζομένων Τρ. Αττικής για την επιχειρησιακή σύμβαση



Μειώσεις μισθών μετά από «σκληρή διαπραγμάτευση»; 

Το σκηνικό έχει γίνει πια γνώριμο.
Σ’ ολόκληρη τη χώρα, από διαρροές (ή «άτυπες ενημερώσεις») μαθαίνουμε τις παράλογες απαιτήσεις των κακών ξένων δανειστών που προκαλούν τον πανικό. Οι (εκάστοτε) εκπρόσωποί μας δίνουν «σκληρές μάχες» στα τραπέζια των διαπραγματεύσεων, για να καταλήξουν την ύστατη ώρα σε μια συμφωνία επώδυνη μεν, που ωστόσο αποτρέπει τα φημολογούμενα χειρότερα. Η συμφωνία έρχεται προς ψήφιση στη βουλή όπου ο (εκάστοτε) κυβερνητικός λόχος την υπερψηφίζει «με βαριά καρδιά». Εμείς οι υπόλοιποι, καλούμαστε να ματώσουμε και πάλι, οφείλουμε όμως να νιώθουμε ανακουφισμένοι επειδή αποφεύχθηκε το grexit.
Στην Τράπεζα, που αποτελεί μια μικρογραφία της κοινωνίας, όσα ισχύουν εκεί έξω αναπόφευκτα σε ένα βαθμό αναπαράγονται και σ’ αυτήν. Έτσι λοιπόν οι αντίστοιχοι παράγοντες εξουσίας χρησιμοποιούν ανάλογες πρακτικές για να προκαλέσουν παρόμοια αποτελέσματα. Οι τελευταίες εξελίξεις όσον αφορά τη νέα επιχειρησιακή σύμβαση επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Με δεδομένη τη λήξη ισχύος της προηγούμενης επιχειρησιακής σύμβασης την 31-12-2015, τη σύμπτωση της ημερομηνίας λήξης της με την αντίστοιχη της κλαδικής και την περιορισμένη διάρκεια της μετενέργειας αυτών, από πλευράς μας είχαμε θέσει το ζήτημα της προετοιμασίας για την ανανέωσή της μερικούς μήνες πριν από τη λήξη της. Κάθε συζήτηση όμως κόπηκε εν τη γενέσει της από το προεδρείο του ΣΥΤΑ χαρακτηριζόμενη «πρόωρη». Το γεγονός ότι οι επιχειρησιακές συμβάσεις (οφείλουν να) έπονται της κλαδικής φυσικά και αναγνωρίζεται από όλους. Θα έπρεπε να είχε υπάρξει έγκαιρα μια συμφωνία παράτασης της επιχειρησιακής, ώστε να συζητηθεί μετά την κλαδική. Το αδελφό σωματείο της ΕΤΕ π.χ. ήδη από τον Ιανουάριο είχε εξασφαλίσει μια εξάμηνη παράταση της αντίστοιχης ΕΣΣΕ.
Η πρώτη σχετική αναφορά από πλευράς διοίκησης του ΣΥΤΑ έγινε στην τακτική συνεδρίαση του Δ.Σ. για το μήνα Φεβρουάριο και αφορούσε -αποκλειστικά και μόνο- τη δημιουργία μιας «οικονομοτεχνικής επιτροπής» που θα κατέγραφε και θα κωδικοποιούσε τα περιεχόμενα όλων των προηγούμενων συμβάσεων. Στην πράξη αποδείχτηκε ότι η σκοπιμότητα της επιτροπής αυτής ήταν αντίστοιχη με αυτή των διαβόητων «αναλογιστικών μελετών» για τα ασφαλιστικά ταμεία – δηλαδή η δημιουργία ενός προκατασκευασμένου μοντέλου που έρχεται να καλύψει ειλημμένες πολιτικές, στην ουσία, αποφάσεις.
Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα στην επόμενη τακτική συνεδρίαση που δεν έγινε παρά την 23ης Μαρτίου (μία μόλις εβδομάδα πριν τη λήξη και της μετενέργειας), όπου για πρώτη φορά έγινε αναφορά και στο πιθανό περιεχόμενο της νέας επιχειρησιακής σύμβασης. Εκεί λοιπόν ενημερωθήκαμε για την πρόθεση της Διοίκησης να επιβάλλει νέες μειώσεις στο προερχόμενο από επιχειρησιακές συμβάσεις μέρος του μισθού μας και μάλιστα τέτοιου ύψους που θα ανατρέπουν πλήρως το «κοινωνικοοικονομικό μας στάτους» (κατά την ορολογία του προεδρείου του ΣΥΤΑ). Δε θα αναφερθούμε σε ακριβή ποσοστά, αφενός επειδή αυτά ποτέ δεν κατατέθηκαν ως επίσημες προτάσεις παρά μόνο ως προφορικές πληροφορίες και, αφετέρου επειδή η διαρροή τέτοιων τρομοκρατικών σεναρίων συμβάλλει ώστε να δημιουργηθεί το κλίμα που θα επιτρέψει οι όποιες επερχόμενες μειώσεις, εφόσον είναι τελικά κατά τι μικρότερες, να παρουσιαστούν σαν «επιτυχία» σε μια «σκληρή διαπραγμάτευση».
Το πλέον ανησυχητικό στη συνεδρίαση αυτή δεν είχε να κάνει τόσο με τις προθέσεις της Διοίκησης, όσο με το γεγονός ότι, πίσω από τις συνήθεις κορώνες περί «αγωνιστικής εγρήγορσης» κλπ, άρχισε να γίνεται κι ένα ιδιότυπο «μασάζ» προκειμένου να εμπεδωθεί το αναπόφευκτο των αρνητικών για εμάς εξελίξεων και το ανώφελο της όποιας αντίδρασης.
«Παίρνουμε περισσότερα από ό,τι οι εργαζόμενοι στις άλλες τράπεζες», «πρέπει να εκλογικευτεί το μισθολογικό κόστος», «υπάρχουν ανισότητες μεταξύ δικτύου και διοίκησης» κ.α. Εν ολίγοις, τα γνωστά μπαγιάτικα εργοδοτικά ιδεολογήματα που ξαναζεστάθηκαν για να μας σερβιριστούν ως συνδικαλιστικά επιχειρήματα.
H δική μας πρόταση αφορούσε τη διενέργεια έκτακτης Γενικής Συνέλευσης ή/και σύγκλιση συμβουλίου κατ/των καθώς, για ένα τέτοιας σημασίας ζήτημα, θα έπρεπε να υπάρξει πλήρης ενημέρωση των εργαζόμενων για τις εξελίξεις προκειμένου να είναι οι ίδιοι/ες που θα λάβουν τις όποιες αποφάσεις και θα καθορίσουν τις όποιες δράσεις. Η σχετική πρόταση (όπως άλλωστε και κάθε ανάλογη στο παρελθόν) απορρίφθηκε με συνοπτικές διαδικασίες, μια και η διοίκηση του συλλόγου αντιλαμβάνεται τον εαυτό της σαν μια φωτισμένη πρωτοπορία που μπορεί να λειτουργεί από μόνη της εξ ονόματος των εργαζόμενων, χωρίς να έχει ανάγκη τη γνώμη τους παρά μόνο την ψήφο τους ανά τριετία.
Η συνάντηση της 28-03 με τον Πρόεδρο και το Διευθύνοντα Σύμβουλο της Τράπεζας δεν ήρθε να προσφέρει κάτι νέο. Δεν έγινε άλλωστε και κάποια εμβάθυνση σε αυτά καθαυτά τα ζητήματα που άπτονται της επιχειρησιακής σύμβασης. Το πλαίσιο ωστόσο επιβεβαιώθηκε εκ νέου. Μας είπαν λοιπόν ότι, μολονότι η Τράπεζα ανακεφαλαιοποιήθηκε επιτυχώς και οι δείκτες της είναι παραπάνω από ικανοποιητικοί, υπάρχει ανάγκη μείωσης του λειτουργικού (βλέπε μισθολογικού) κόστους. Παρουσιάστηκαν επίσης κάποιοι άλλοι περίεργοι δείκτες που καταδεικνύουν –κατά τη Διοίκηση- τη χαμηλή αποδοτικότητά μας. Από τον (έμπειρο συνδικαλιστή εξάλλου) Πρόεδρο της Τράπεζας πήραμε κάποια λόγια συμπάθειας και την αποποίηση από πλευράς του κάθε πρόθεσης για περαιτέρω μειώσεις πλην όμως, όπως θα έλεγε κι ο Πόντιος Πιλάτος, αυτό δεν είναι απόφαση της Διοίκησης αλλά άνωθεν επιβαλλόμενη ντιρεκτίβα, βάσει του εγκεκριμένου σχεδίου αναδιάρθρωσης, και ως εκ τούτου αποτελεί μονόδρομο. Άλλο ένα μνημόνιο…
 Η έκτακτη συνεδρίαση του ΔΣ του ΣΥΤΑ της επόμενης ημέρας ήρθε να επιβεβαιώσει τις χειρότερες υποψίες. Με εκπροσώπους (υποτίθεται) των εργαζομένων να ξεπερνούν σε ζήλο και τους πιο αδιάλλακτους εργοδότες και να αναπαράγουν πλέον ανοιχτά στο σύνολό της την αντεργατική προπαγάνδα. Γιατί πως αλλιώς μπορούν να χαρακτηριστούν απόψεις που θέλουν το μεγάλο μισθολογικό κόστος να αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη της Τράπεζας, που θεωρούν ως ύψιστη προτεραιότητα την αύξηση της κερδοφορίας της επιχείρησης σε βάρος του εργατικού μισθού, που θεωρούν ως δικαιοσύνη την εξίσωση των αμοιβών προς τα κάτω; Αν δε αυτά συνδυαστούν με την εκ των προτέρων απόρριψη κάθε αγωνιστικής κινητοποίησης, η οποία παρουσιαζόταν περίπου σαν αυτοκτονία από μέρους μας, τότε εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι η κατάληξη (και αυτής) της διαπραγμάτευσης είναι προδιαγεγραμμένη. Όταν δε η καθυστερημένη ανταπόκριση της Διοίκησης σε μια ανειλημμένη συμβατική της υποχρέωση (όπως η καταβολή του επιδόματος του άρθρου 10) αποτελεί αντικείμενο πανηγυρισμού και παρουσιάζεται σαν ένδειξη σύγκλισης μεταξύ των «κοινωνικών εταίρων» είναι πλέον σαφές ότι ο πήχης των διεκδικήσεων βρίσκεται πολύ χαμηλά.
Έκτοτε, για την πορεία των διαπραγματεύσεων έχει πέσει «σιγή ασυρμάτου». Κάποιοι μπορεί να πιστεύουν ότι στο διάστημα αυτό γίνεται μια «σκληρή διαπραγμάτευση» (όπως αντίστοιχα κάποιοι μπορεί να πιστεύουν η κυβέρνηση αγωνίζεται νυχθημερόν να σώσει μισθούς και συντάξεις). Δεδομένου ωστόσο ότι επί της ουσίας δεν υπάρχει καμία διαφωνία ως προς τη βασική επιδίωξη (τη μείωση του «μισθολογικού κόστους» χάριν της «ανταγωνιστικότητας»), τότε η όποια διαπραγμάτευση δεν αποτελεί παρά μια προσπάθεια επικοινωνιακής διαχείρισης, προκειμένου η δυσμενής μεταβολή των μισθολογικών απολαβών και των εργασιακών σχέσεων να γίνει με τρόπο και σε χρόνο που θα προκαλέσει τις λιγότερες δυνατές αναταράξεις. Κι εδώ η τακτική της κυβέρνησης που προσανατολίζεται στο να περάσει το νέο πακέτο μέτρων λίγο πριν από την πασχαλινή αργία (την οποία πρόκειται να μεγαλώσει κατά μία ημέρα με τη μεταφορά του εορτασμού της πρωτομαγιάς) δείχνει να αποτελεί οδηγό. Μια ταυτόχρονη συμφωνία για νέα συλλογική σύμβαση με επαχθείς για τους εργαζόμενους όρους θα αναδειχθεί πολύ λιγότερο μέσα στο γενικό ορυμαγδό, επιτρέποντας παράλληλα στους εκπροσώπους μας να καλυφθούν πίσω από ανέξοδες φραστικές (και μόνο) αντικυβερνητικές κορώνες. Εάν επίσης η όποια συμφωνία έρθει προς ψήφιση από το Δ.Σ. του ΣΥΤΑ λίγα 24ωρα πριν από την εκπνοή και της μηνιαίας παράτασης (όπως με τη διαδικασία του «κατεπείγοντος» περνάνε συνοπτικά από το κοινοβούλιο και οι αντίστοιχες συμφωνίες με τους δανειστές), ο εκβιασμός θα είναι ολοκληρωτικός. Ή αυτή τη σύμβαση ή καμία σύμβαση, take it or leave it.
Τέλος, για να βλέπουμε και τη μεγάλη εικόνα κι επειδή κάποιοι συνάδελφοι -καλόπιστα πιστεύουμε- εναποθέτουν τις ελπίδες τους στην ΟΤΟΕ και τη δυνατότητά της να δεσμεύσει τα πρωτοβάθμια σωματεία να μην υπογράψουν επιχειρησιακές με μειώσεις, εμείς δεν τρέφουμε την ίδια αυταπάτη. Η ηγεσία της ΟΤΟΕ δεν έχει όχι μόνο τη δυνατότητα αλλά πολύ περισσότερο ούτε και τη θέληση να πιέσει σε αυτή την κατεύθυνση. Είναι κεντρική επιλογή των τραπεζιτών αυτή τη φορά οι μειώσεις να μην περάσουν μέσω της κλαδικής σύμβασης (τις οποίες δύσκολα θα μπορούσε να σηκώσει η ΟΤΟΕ, ενώ και οι δυνατότητες αντίδρασης των τραπεζοϋπαλλήλων ενιαία ως κλάδος θα ήταν πολύ μεγαλύτερες), αλλά μέσω των επιμέρους επιχειρησιακών, όπου οι εργαζόμενοι μεμονωμένα ανά τράπεζα και έχοντας υποστεί όλη την προπαγάνδα επιχειρησιακού «πατριωτισμού» («εμείς που είμαστε καλύτερα και παίρνουμε περισσότερα από τους υπόλοιπους») έχουν σημαντικά λιγότερα περιθώρια. Οπότε το να αποτρέψουμε τις διαφαινόμενες αρνητικές εξελίξεις είναι στο δικό μας χέρι και μόνο…
protergat_logo_small

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου